Στην Ελλάδα τα Χριστούγεννα είναι μια από τις μεγαλύτερες Θρησκευτικές εορτές των Ελλήνων. Η ευχή «Καλές γιορτές» είναι από τις πιο χαρακτηριστικές κατά τη περίοδο πριν και μετά τα Χριστούγεννα μέχρι του Αγίου Ιωάννη (13ήμερο).
σε όλη τη χώρα τα παιδιά τριγυρνούν από σπίτι σε σπίτι για να πουν τα κάλαντα τις παραμονές των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Θεοφανίων, ενώ στις δώδεκα τα μεσάνυχτα ανάβουν φωτιές για να διώξουν τους καλικάντζαρους, έθιμο κυρίως της υπαίθρου.
Πριν από τα Χριστούγεννα προηγείται τεσσαρακονθήμερος νηστεία κατά την οποία οι πιστοί νηστεύουν το κρέας και τα γαλακτοκομικά τρώγοντας όμως ψάρι μέχρι τις 17 Δεκεμβρίου (εκτός φυσικά Τετάρτης και Παρασκευής). Από τις 17 έως τις 23 Δεκεμβρίου δεν καταλύεται το ψάρι. Την Παραμονή των Χριστουγέννων δεν καταλύεται λάδι και κρασί (εκτός αν πέσει Σάββατο ή Κυριακή). Από τα Χριστούγεννα έως τα Θεοφάνια καταλύονται τα πάντα, ακόμα και Τετάρτη και Παρασκευή, εκτός από την παραμονή των Θεοφανίων, όπου δεν καταλύεται λάδι και κρασί (εκτός αν πέσει Σάββατο ή Κυριακή). Σε πολλές Εκκλησίες επίσης τελείται το Σαρανταλείτουργο (40 Θείες Λειτουργίες πριν τα Χριστούγεννα)
Η Θεία Λειτουργία των Χριστουγέννων μέχρι περίπου πριν 40 χρόνια (ιδίως στην ύπαιθρο) άρχιζε κατά τις 3:00 μετά τα μεσάνυχτα και σχολούσε πριν ακόμη χαράξει (κατά τις 6:00 τα ξημερώματα). Σιγά σιγά η ώρα ενάρξεως της ακολουθίας μετατέθηκε στις 5:00 τα ξημερώματα ή και αργότερα.
Στην Ελλάδα που κύριο χριστουγεννιάτικο έδεσμα είναι το χοιρινό, απαντάται και το έθιμο με το χριστουγεννιάτικο καραβάκι που όμως στη Χίο αποτελεί τοπικό έθιμο της Πρωτοχρονιάς με ομοιώματα πλοίων.
Επίσης οι εξώστες, τα παράθυρα, οι κήποι, αλλά και οι χώροι γύρω από το τζάκι σφύζουν από ανάλογη διακόσμηση γιορτινής ατμόσφαιρας.
Η πίτα που ετοιμάζεται με τον ερχομό του νέου έτους, η Βασιλόπιτα, περιέχει ένα «φλουρί», που σύμφωνα με την παράδοση, θα φέρει καλή τύχη σ΄ αυτόν που θα το βρει. Στα δε Θεοφάνια που εορτάζεται η Βάπτιση του Χριστού καθαγιάζονται τα ύδατα με ρίψεις του «σταυρού» στο υγρό στοιχείο και ανέλκυσή του από κολυμβητές, με αγιασμό των σπιτιών από ιερείς και με ιδιαίτερα κατά τόπο έθιμα.
Τρία στοιχεία απαρτίζουν γενικά τις λατρευτικές εκδηλώσεις του ελληνικού λαού: το τρυφερό θρησκευτικό συναίσθημα, η αρχαία ελληνική καταγωγή και η επιδέξια προσαρμογή στις ψυχολογικές ανάγκες της καθημερινής ζωής.
Και αυτός ο σπουδαίος συνδυασμός καταφαίνεται σε όλες τις εκδηλώσεις του και τα έθιμά του τόσο τα Χριστούγεννα, και τη Μεγάλη Εβδομάδα, όσο και κατά την Αγιολατρεία κλπ. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτού του υπέροχου συνδυασμού βρίσκουμε στα κάλαντα Χριστουγέννων όπου στην ύπαιθρο τα παιδιά ψάλλοντας εκτός του μηνύματος της Γέννησης επιμένουν και σε λεπτομέρειες του τρόπου ανατροφής του «Θείου Βρέφους»:
«Γεννιέται κι΄ ανατρέφεται με μέλι και με γάλα
το μέλι τρων οι άρχοντες το γάλα οι αφεντάδες…»
Ενώ το πιθανότερο είναι ότι στη Φάτνη ο μικρός Ιησούς ούτε το μέλι ούτε το γάλα είχε τόσο άφθονο, αντίθετα με τους αφεντάδες εκτός από ένα γαϊδουράκι για τη φυγή στην Αίγυπτο. Έτσι αυτή η ιδανική ποιητική εκδοχή ψάλλεται όχι όπως πραγματικά έγινε, αλλά όπως ο ίδιος ο λαός νομίζει πως θα έπρεπε να γίνει.
Επειδή η Ελλάδα ήταν κατ΄ εξοχήν γεωργική χώρα οι αγωνίες και οι δραστηριότητες (σποράς, καλλιέργειας, αβέβαιου καιρού και συγκομιδής) του Έλληνα γεωργού είναι καταφανή στα ελληνικά θρησκευτικά έθιμα. Η φωτιά στο τζάκι μέσα στο καταχείμωνο μεγαλώνει το όνειρο της σοδειάς και όλες οι εκδηλώσεις αυτής της εποχής έχουν γεωργικό χαρακτήρα. Γεωργικός λοιπόν ο χαρακτήρας των ελληνικών Χριστουγέννων.
«Εσένα πρέπει, αφέντη μου, το άξιο το ζευγάρι
το άξιο, το περήφανο και το στεφανωμένο.
Ας είν’ καλά τ΄ αλέτρι σου, Θεός να το πλουταίνει
για να θερίζεις σταυρωτά, να δένεις αντρειωμένα…» (από ελληνικά κάλαντα)
Ιδιαίτερη σημασία έχει η συμμετοχή του φτωχικού σπιτιού στο μεγάλο αυτό γεγονός του Χριστιανισμού κι ας μην έχει μαρμαροστρωμένες αυλές και τόσες πολλές γίδες ή προβατίνες που ψάλλονται στα κάλαντα Πρωτοχρονιάς του Πηλίου:
«Εδώ σε τούτες τις αυλές, τις μαρμαροστρωμένες,.
εδώ χουν χίλια πρόβατα και τρεις χιλιάδες γίδια.
Σαν κάνουν τον ανήφορο, γιομίζ’ ο λόγγος όλος,.
σαν κάνουν τον κατήφορο, γιομίζ’ ο κάμπος όλος.
Σαν το μυρμήγκι περπατούν, σαν το μελίσσι βίζουν (=βουΐζουν)
σαν τον αφρό της θάλασσας αφρίζουν τα καρδάρια.
Εμείς ολίγα τα ‘παμε κι ο Θεός να τ΄ αβγαταίνει!».
Και η κατάληξη της ευχής, της μεγάλης προσμονής, είθε ο Θεός να ευδοκήσει και να χαρίσει.
«Εμείς… ολίγα τα ‘παμε!»
Σε μερικές περιοχές όπως στην Κορινθία στην περιοχή της Νεμέας εφαρμόζεται το έθιμο της ψυχοκόρης, δηλαδή το πρωί των Χριστουγέννων όταν γυρίζουν από την εκκλησιά η έφηβη κόρη του σπιτιού τους περιμένει έχοντας βάλει πάνω στην πιατέλα όλα τα παραδοσιακά εδέσματα της Νεμέας: κουραμπιέδες, δίπλες, μελομακάρονα, τηγανόψωμα, ξεροτήγανα και γλυκά του κουταλιού. Εκτός από αυτά προσφέρουν και στον άντρα της οικογένειας Λικέρ. Επίσης το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων βάζουν ακόμα και πλαστικά κλαδιά (παλιότερα από αμπέλια) πάνω από τα τζάκια, πλένονται καλά για να μην τους κατουρήσουν όπως λένε οι καλικάντζαροι και σκεπάζουν τα γλυκά με αλουμινόχαρτα.
Στη νησιωτική χώρα, κυρίως στην νήσο Σάμο τα Χριστούγεννα τα ζώα μέχρι να μεσημεριάσει δεν τα βγάζουν έξω, διότι πιστεύουν ότι αν τα δει η Πούλια θα τους αφήσει ένα σημαδιακό αστέρι που αν έχει 6 γωνίες θα πεθάνουν και αν έχει 4 θα αρρωστήσουν.
Ακόμη και σήμερα στην Πελοπόννησο διατηρείται το έθιμο του Χριστόψωμου, όπου κάθε Χριστούγεννα οι νοικοκυρές φτιάχνουν ένα ψωμί που είναι σταυρωτά κεντημένο και την ημέρα των Χριστουγέννων το κυλούν πάνω στο τραπέζι. Αν πέσει από την ανάποδη μεριά του, η χρονιά θα πάει άσχημα ενώ αν πέσει από την καλή, θα πάει καλά και η χρονιά.
Πηγή: wikipedia.org