Πόσο μακριά μπορείς να πας στο να αρνηθείς τις αξίες σου για να διατηρήσεις τη σχέση σου; Πόσο μπορείς να παραιτηθείς από τον εαυτό σου για να αποφύγεις την απώλεια του συντρόφου σου; Πόσο από τον εαυτό σου μπορείς να θυσιάσεις για να μη χάσεις κάποιον που αγαπάς; Πώς βρίσκουμε την ισορροπία ανάμεσα στο να διατηρούμε την ακεραιότητά μας και στο να “λυγίζουμε” τους εσωτερικούς μας κανόνες και τις αξίες μας;
Οι περισσότερες σχέσεις απαιτούν από εμάς να κάνουμε ορισμένες παραχωρήσεις, αλλά μέχρι ποιο σημείο μπορούμε να το κάνουμε χωρίς να αρχίσουμε να χάνουμε τον τον εαυτό μας, και να αρχίσουμε να βασανιζόμαστε;
Υπάρχει μια εγγενής αντίφαση σε αυτά τα ερωτήματα: Μια αληθινή σχέση αγάπης είναι μια σχέση όπου κάθε άτομο στο ζευγάρι αποδέχεται και εκτιμά τις διαφορές ανάμεσά τους. Αν χρειάζεται να λυγίσεις υπερβολικά τις αξίες σου για να διατηρήσεις τη σχέση, τι πραγματικά διατηρείς; Δεν διατηρείς μια σχέση αγάπης, καθώς η αγάπη δεν απαιτεί να θυσιάζεις τις αξίες σου σε υπερβολικό βαθμό.
Αντί να βλέπουμε τις σχέσεις ως ανάγκη παραχωρήσεων των αξιών για να “χωρέσουμε” στη ζωή μας τον άλλον, είναι αναγκαίο να τις δούμε ως ευκαιρία για κάθε άτομο στη σχέση να μαθαίνει και να αναπτύσσεται μέσα από τις διαφορές τους. Για παράδειγμα, η Μαρία είναι πολύ υπεύθυνη και έχει ισχυρή εργασιακή ηθική, ενώ ο Σωτήρης είναι πιο χαλαρός, κάτι που δημιουργεί μια ανισορροπία στις οικονομικές ευθύνες της σχέσης. Η Μαρία δεν είναι ικανοποιημένη με αυτό. Τι κάνει; Αρχίζει να επιτίθεται κατηγορώντας τον Σωτήρη για ανευθυνότητα ή απλώς δέχεται αυτές τις διαφορές για να διατηρήσει τη σχέση; Τίποτα από τα δύο! Αυτή δεν είναι η ουσία μιας καλής σχέσης. Μια καλή σχέση στηρίζεται στο να μαθαίνει και να αναπτύσσεται κάθε άτομο από τις διαφορές τους, παρά στο να απαρνείται ο ένας ή και οι δύο τον εαυτό τους.
Ο Σωτήρης και η Μαρία χρειάζεται να ανοιχτούν σε διερεύνηση των διαφορών τους. Έχουν και οι δύο πεποιθήσεις που μπορούν να εξερευνηθούν, και μέσα από αυτή τη διαδικασία, προκύπτει μια νέα μάθηση που οδηγεί σε βαθιά αλλαγή και όχι σε επιφανειακό συμβιβασμό. Το πραγματικό πρόβλημα προκύπτει όταν ο ένας ή και οι δύο σύντροφοι δεν είναι διαθέσιμοι για διερεύνηση, μάθηση και εξέλιξη. Αν ένας σύντροφος λέει «Έτσι είμαι εγώ» ή αποσύρεται όταν ο άλλος προσπαθεί να συζητήσει την κατάσταση, τότε δεν μπορεί να υπάρξει μάθηση. Το μόνο που παραμένει σαν επιλογή για τη συνέχεια είναι ότι ο άλλος είτε πρέπει να προσαρμοστεί είτε να φύγει, κάτι που δεν είναι υγιές.
Ο Γιώργος είναι εξαιρετικά τακτικός, ενώ η Τζένη δυσκολεύεται να τακτοποιεί. Η Αναστασία είναι πάντα στην ώρα της, ενώ ο Νίκος αργεί πάντα. Η Ισμήνη είναι σπάταλη, ενώ ο Ιάκωβος αποταμιεύει. Ο Σταύρος έχει υψηλή σεξουαλική διάθεση, ενώ η Βάσω χαμηλή. Η Άντζελα είναι αυταρχική μητέρα, ενώ ο Δημήτρης είναι επιεικής γονέας. Ο Χρήστος είναι κοινωνικός, ενώ η Γεωργία είναι σπιτόγατος. Ανάλογα με το αν κάθε άτομο είναι ανοιχτό στη μάθηση, αυτές οι διαφορές μπορούν να οδηγήσουν σε:
- Συνεχή σύγκρουση
- Παραίτηση του ενός για να αποφύγει τη σύγκρουση
- Και οι δύο να ανοίγονται για μάθηση και ανάπτυξη ως αποτέλεσμα των διαφορών τους.
Το αποτέλεσμα αυτών των συγκρούσεων εξαρτάται εξ ολοκλήρου από την πρόθεση. Υπάρχουν μόνο δύο δυνατές προθέσεις σε κάθε στιγμή: Η πρόθεση να προστατεύσουμε τα παιδικά μας τραύματα και να αποφύγουμε τον φόβο ή τον πόνο ή η πρόθεση να μάθουμε και να αγαπήσουμε περισσότερο.
Όταν ένας ή και οι δύο σύντροφοι έχουν την πρόθεση να διατηρήσουν το ευάλωτο εγώ τους και να προστατευτούν από τον πόνο, θα βρουν πολλούς ελεγκτικούς τρόπους για να αποφύγουν να εξερευνήσουν δημιουργικά και με αγάπη τις διαφορές τους. Μπορεί να διαφωνούν, να υπερασπίζονται, να αποσύρονται, να κατηγορούν, να υποχωρούν, να αντιστέκονται, να εξηγούν κλπ. Ο καθένας στοχεύει στο να επιβάλει το δικό του τρόπο, να μην ελέγχεται από τον άλλον ή να αποφύγει την απόρριψη του άλλου. Αυτό πάντα οδηγεί σε σταδιακή απομάκρυνση, κλείσιμο της καρδιάς, και δυσαρέσκεια στη σχέση. Το πρόβλημα δεν βρίσκεται στις ίδιες τις διαφορές, αλλά στην απροθυμία να μάθουμε, να αναπτυχθούμε μέσα από αυτές και πιθανόν να αλλάξουμε κιόλας προς κάποια ανώτερη συνειδησιακή κατάσταση και βαθύτερη αίσθηση του εαυτού μας και του άλλου.
Όταν και οι δύο σύντροφοι είναι ανοιχτοί στη μάθηση για τις διαφορές τους, αυτές οι διαφορές γίνονται γόνιμο έδαφος για τον συναρπαστικό δρόμο της προσωπικής και πνευματικής ανάπτυξης και θεραπείας.
Δεν μπορούμε όμως να κάνουμε με το ζόρι κάποιον άλλον να γίνει ανοιχτός στη μάθηση και να επιθυμεί την εξέλιξη – δεν έχουμε αυτό τον έλεγχο πάνω στους άλλους.
Αν είσαι σε μια σχέση όπου ο σύντροφός σου αρνείται να μάθει και να αναπτυχθεί από τις διαφορές, τότε χρειάζεται να είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου για το πόσο μπορείς να απαρνηθείς τον εαυτό σου και να διατηρήσεις την αίσθηση της ακεραιότητάς σου. Δεν μπορείς να συμβιβάσεις την προσωπική σου ακεραιότητα. Μπορείς να λυγίσεις και να προσαρμοστείς, αρκεί να μη νιώθεις ότι χάνεις τον εαυτό σου. Όταν αρχίσεις να αισθάνεσαι ότι χάνεις τον εαυτό σου για να διατηρήσεις τη σχέση, πιθανότατα θα βρεθείς να αισθάνεσαι τόσο απογοητευμένος από τον άλλον, που η σχέση θα αρχίσει να καταρρέει, καθώς αρνείσαι τον ίδιο σου τον εαυτό. Δεν σώζεις την σχέση με τέτοιου είδους προσαρμογή, αλλά την καταστρέφεις, καταπατώντας ταυτόχρονα και τον εαυτό σου.
Το κλειδί είναι να είσαι πρόθυμος να έρθεις αντιμέτωπος με τη σύγκρουση και την απόρριψη, ακόμη και να χάσεις τον άλλον, παρά να συνεχίσεις να προσαρμόζεσαι όταν αυτό συνεπάγεται απώλεια της προσωπικής σου ακεραιότητας.
Θυμήσου: Στο πνευματικό επίπεδο, μπορείς να αντέξεις να χάσεις τον σύντροφό σου, αλλά δεν μπορείς να αντέξεις να χάσεις τον εαυτό σου καταπατώντας το πνεύμα σου.