Ο Οικολογικός μπαξές ενός παιδιού | Η επίσκεψη στην κιβωτό

0
20

Της Μένης Χατζηπαναγιώτου

Επειδή είναι πολύ ευχάριστο να μοιράζεσαι την ομορφιά της φύσης με τα παιδιά, αποφασίσαμε μέσα από αυτό το μυθιστόρημα να κάνουμε κατανοητές σ’ αυτά, βασικές αρχές της καλλιέργειας της γης καθοδηγώντας τα βήμα – βήμα στην δημιουργία ενός οικολογικού μπαξέ.

Μια πολύ «νόστιμη» και «υγιεινή» δραστηριότητα για τα παιδιά.

Ο Οικολογικός μπαξές ενός παιδιού | Μέρος 5ο

“Μαργαρίτα!!! Μαργαρίτα!!!” φώναξαν τα κορίτσια εγώ από το σπίτι της μικρής τους φίλης. Ήταν η ημέρα που θα πήγαιναν στην “κιβωτό”. Η Μαργαρίτα που περίμενε από ώρα, πετάχτηκε τρέχοντας στο φορτηγάκι.

“Καλώς την…”, την υποδέχτηκε ο κύριος Ηρακλής, “Έτοιμη για την Κιβωτό;”.
“Γιατί το λένε κιβωτό αυτό το μέρος;” ρώτησε η Μαργαρίτα μόλις ξεκίνησαν.

“Γιατί είναι ένα αγρόκτημα όπου μπορεί να βρει πολλούς ντόπιους σπόρους που σώθηκαν όπως και πολλές ντόπιες φυλές ζώων που κινδυνεύουν να χαθούν”.
“Έχει άλογα, αγελάδες, βουβάλια, πρόβατα, γίδια, γουρούνια, κότες και άλλα ζώα! Να δεις Μαργαρίτα τι όμορφα που είναι!!” είπε όλο ενθουσιασμό η Μυρτώ.

“Ναι;” χαμογέλασε η μικρούλα και στο χωριό της γιαγιάς μου πηγαίνω σ’ ένα στάβλο που έχει πολλά ζώα. “Όμως τι ξεχωριστό έχουν αυτοί και τα λένε ντόπια και γιατί χάνονται;” ξαναρώτησε η Μαργαρίτα.

Ο κύριος Ηρακλής προσπάθησε να της εξηγήσει λέγοντας ότι παλιότερα, οι αγρότες κρατούσαν τον σπόρο από τα καλύτερα φυτά τους τα πιο γερά, νόστιμα και παραγωγικά και τον έσπερναν στα χωράφια τους την επόμενη χρονιά.

Το ίδιο έκαναν και με τα ζώα. Φρόντιζαν να ζευγαρώνουν μεταξύ τους αυτά που τους έδιναν το καλύτερο και περισσότερο γάλα, κρέας ή μαλλί. Διάλεγαν τις γίδες που γεννούσαν περισσότερα μικρά και γενικά τα ζώα που άντεχαν πιο πολύ στις αρρώστιες. Αυτά είχαν συνηθίσει σε κείνο τον τόπο και εκμεταλλεύονταν όσο καλύτερα γινόταν το κλίμα και τα φυτά της περιοχής γι’ αυτό τα λένε ντόπια.

Τα ζώα έβοσκαν ελεύθερα στα λιβάδια και τρέφονταν με τροφές που είχαν μεγαλώσει φυσικά, χωρίς συνθετικά λιπάσματα και δηλητήρια.

Αργότερα άρχισαν σιγά – σιγά να χάνονται γιατί οι αγρότες προτιμούσαν να εκτρέφουν βελτιωμένες φυλές για να πάρουν ακόμη πιο πολύ γάλα ή κρέας.

“Και είναι κακό αυτό;” ρώτησε η Αιμιλία.

“Όχι ακριβώς” απάντησε ο κύριος Ηρακλής, “αλλά όπως αποδείχτηκε αργότερα, δόθηκε πάρα πολύ σημασία σε κείνα τα χαρακτηριστικά των φυτών και των ζώων που τα έκαναν πιο παραγωγικά. Έτσι χάθηκαν ιδιότητες και χαρακτηριστικά τους που είχαν δημιουργηθεί από τη φύση και εξελιχτεί με τη βοήθειά της.

Από κει λοιπόν που υπήρχαν πολλές φυλές, η καθεμιά προσαρμοσμένη στον τόπο της, απόμειναν ελάχιστες. Από κει ας πούμε που υπήρχε η αγελάδα η μαθημένη στα κακοτράχαλα βουνά και την ξέρα, αντικαταστάθηκε από την “γερμανίδα” που είχε συνηθίσει στα πλούσια λιβάδια και στη δροσιά.

Συγχρόνως άλλαξε και ο τρόπος εκτροφής τους. Τα περισσότερα ζουν κλεισμένα σε στάβλους χωρίς να μπορούν να κινηθούν. Τρέφονται με τροφές που δεν καλλιεργούνται φυσικά και συχνά με τροφές που δεν ταιριάζουν στη φύση τους όπως παραδείγματος χάρη με κρεατάλευρα οι αγελάδες που είναι αποκλειστικά χορτοφάγες. Τα ζώα αποδίδουν αλλά ζώντας σε τόσο κακό περιβάλλον και με τέτοιες τροφές αρρωσταίνουν συνέχεια και τους δίνουν φάρμακα. Και σαν να μην έφτανε αυτό, προκειμένου να κερδίσουν ακόμη πιο πολλά τους δίνουν ορμόνες και άλλες ουσίες απαγορευμένες. Όλα αυτά όπως καταλαβαίνετε περνάνε σε μας τους ανθρώπους που καταναλώνουμε τα προϊόντα των ζώων και βλάπτουνε την υγεία μας.”

Καθώς έλεγαν όλα αυτά έφτασαν έξω από ένα μεγάλο πανέμορφο αγρόκτημα που συνόρευε με το δάσος και στην είσοδο είχε κρεμασμένη μια ξύλινη ταμπέλα που έγραφε “κιβωτός”.

“Α! τώρα κατάλαβα. Όπως ο Νώε για να σώσει τα ζώα από τον κατακλυσμό τα έβαλε στην κιβωτό, έτσι κι εδώ σ’ αυτά τα χωράφια βόσκουν τα ζώα που κινδυνεύουν να εξαφανιστούν γιατί οι άνθρωποι έπαψαν να τους δίνουν σημασία!”.

“Ναι Μαργαρίτα, μπράβο. Πολύ όμορφα το είπες και δεν έχει μόνο ζώα αλλά και φυτά. Άντε κατεβείτε τώρα θα συνεχίσουμε με τα πόδια”.

Πάνω στην ώρα ήρθε και ο Παναγιώτης να τους υποδεχτεί. Ο Παναγιώτης ήταν ο άνθρωπος που μαζί με μερικούς ακόμη φίλους κατάφερε να βρει όλα αυτά τα ζώα και τα φυτά και να φτιάξει την κιβωτό, όπου γίνεται αναπαραγωγή των ντόπιων φυτών και ζώων για να προμηθεύονται οι βιοκαλλιεργητές.

Η Αιμιλία, η Μυρτώ και η Μαργαρίτα ενθουσιασμένες έτρεχαν από τα γουρουνάκια στις αγελάδες και από κει στα άλογα. Στη λιμνούλα με τις πάπιες και στο κοτέτσι με τα κοκόρια με το διπλό λειρί. Στα πρόβατα και στα βουβάλια που κάθονταν τεμπέλικα μέσα στο βαλτωμένο χωράφι.

“Όχι – όχι… αυτό το θέαμα δεν είχε καμιά σχέση με κείνο στο στάβλο του χωριού όπου όλα τα ζώα ήταν δεμένα και λυπημένα. Εδώ έβοσκαν χαρούμενα στα λιβάδια”, σκέφτηκε η Μαργαρίτα.

Την περιπλάνηση των παιδιών διέκοψε η φωνή του κυρίου Ηρακλή που μόλις είχε τελειώσει το φόρτωμα με καλοχωνεμένη αγελαδινή κοπριά στο φορτηγάκι.
“Παιδιά ελάτε κι από δω να διαλέξουμε φυτά”.

Πλησίασαν και η Αιμιλία ξεδίπλωσε το σημείωμα με το σχέδιο του μπαξέ. Αφού συζήτησαν λίγο για το τι μπορούσαν να σπείρουν μέχρι τις αρχές του Απρίλη, αποφάσισαν και πήραν σπόρους από φασολάκια, καλαμπόκια, σπανάκι, ραδίκια, μποράγκο, μαϊντανό, κολοκυθάκια και κοκκάρι.

“Τα υπόλοιπα,” λέει η Μυρτώ “δεν θα τα βάλουμε;”

“Για να δω τι απέμεινε” και πήρε το σημείωμα στα χέρια του ο Παναγιώτης. “Ελάτε είστε τυχερές, έχω τα περισσότερα από τα φυτά που θέλετε”. Και τους έβαλε σ’ ένα κασάκι 5 φυτά αγριοφράουλες, 4 πιπεριές, 4 ντοματιές, 3 αγγουριές, 5 βασιλικά και 10 λάχανα και σ’ ένα άλλο φυτά από καρότα, παντζάρια και μαρούλια έτοιμα για μεταφύτευση.

“Έλα Μυρτώ και πάρε κι αυτά τα 2 δεντρολίβανα, άντε και καλή επιτυχία”.

“Ευχαριστούμε είπαν τα παιδιά όμως…..” κοντοστάθηκαν και οι τρεις που προηγουμένως είχαν μετρήσει το χαρτζιλίκι τους και τους φάνηκε λίγο.

“Τι πρόβλημα υπάρχει;” τους ρώτησε ο Παναγιώτης.
“Να δεν ξέρουμε αν θα φτάσουν τα λεφτά μας για όλα αυτά” απάντησε η Αιμιλία.
“Μην ανησυχείτε” χαμογέλασε ο Παναγιώτης. “Η πληρωμή που σας ζητάω δεν έχει να κάνει με χρήματα. Θέλω μόνο να μου επιστρέψετε μερικούς σπόρους από το κάθε φυτό που σας έδωσα. Σύμφωνοι;”
“Σύμφωνοι” απάντησαν και οι τρεις παραξενεμένες με την περίεργη πληρωμή.

Τακτοποίησαν τα φυτά στην καρότσα, πήραν ένα σακί με στάχτες και ένα με σκόνη από φωσφορικά πετρώματα, ένα μπουκαλάκι με ζουμί από φύκια ευχαρίστησαν τον Παναγιώτη και έφυγαν κατενθουσιασμένες.

Όμορφη Ζωή Άρθρα

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο

Σχολιάστε

No apps configured. Please contact your administrator.
Αφήστε το σχόλιό σας !
Γράψτε το όνομά σας